Βασικοί Όροι
Το να σε βλέπουν, να σε σέβονται (σύμβολα, εκπροσώπηση, αφήγημα).
Ποιος κατέχει/ελέγχει πόρους (χρήμα, χρόνο, υποδομές, πρόσβαση, δεδομένα).
Το φάντασμα ενός μέλλοντος που δεν ήρθε ποτέ.
Η ενδυνάμωση ως υπηρεσία (as‑a‑service) πάνω σε servers τρίτων· δύναμη υπό όρους.
Η καθημερινότητα ως θέαμα που αντικαθιστά την ουσία.
Το φάντασμα της ενδυνάμωσης
Υπάρχει μια περίεργη αίσθηση όταν μιλάμε για «ενδυνάμωση» σήμερα: μοιάζει παρούσα παντού και ταυτόχρονα να λείπει. Την βλέπεις σε ταινίες, σε καμπάνιες, σε εφαρμογές που υπόσχονται συντροφικότητα ή ελευθερία. Κι όμως, όταν κάτι πάει στραβά, όταν αλλάξουν οι όροι χρήσης, όταν κοπεί μια πληρωμή, όταν πέσει ένας server, η δύναμη εξαφανίζεται. Μένει μόνο το κέλυφος: όμορφο UI, κενό backend.
Αυτό το κενό είναι το «φάντασμα» που μας απασχολεί: η υπόσχεση χειραφέτησης που δεν στέκεται στο πραγματικό βάρος της ζωής. Από τη μία, κοινότητες που ζητούν στήριξη και ορατότητα· από την άλλη, στίγμα και χλεύη για όποιον/α αναζητά οικειότητα με μέσα που δεν εγκρίνει η κυρίαρχη κουλτούρα. Και στο κέντρο, η ίδια υποδομή εξάρτησης: πλατφόρμες, πύλες πληρωμών, servers και data που δεν ελέγχουμε.
Η βασική μας θέση είναι απλή: ενδυνάμωση χωρίς έλεγχο δεν είναι ενδυνάμωση, είναι φάντασμα. Στο επίπεδο της εικόνας μπορεί να αισθάνεσαι αναγνωρισμένος/η· στο επίπεδο της ύλης όμως, χρόνος, χρήμα, ιδιοκτησία, πρόσβαση, τίποτα ουσιαστικό δεν έχει αλλάξει. Για να καταλάβουμε γιατί συμβαίνει αυτό, ξεκινάμε με τη διάκριση ανάμεσα στην αναγνώριση και την αναδιανομή.
Recognition χωρίς Redistribution (Fraser, απλά)

Η «αναγνώριση» είναι να σε βλέπουν, να σε σέβονται, να ακούγεται η φωνή σου. Η «αναδιανομή» είναι να έχεις πρόσβαση και έλεγχο στους πόρους που καθορίζουν τη ζωή σου: χρήμα, χρόνο, υποδομές, κανόνες του παιχνιδιού. Χωρίς τη δεύτερη, η πρώτη γίνεται ευάλωτη.
Παράδειγμα recognition: μια ταινία που μιλά για γυναικεία δύναμη, ένα viral σύνθημα, μια εταιρική καμπάνια που «αγκαλιάζει» τη διαφορετικότητα. Όλα αυτά έχουν αξία, αλλά δεν πληρώνουν ενοίκιο, δεν μειώνουν τις ώρες υποστήριξης, δεν σου δίνουν κλειδιά servers ή δικαίωμα επισκευής στις συσκευές σου. Εκεί που μετράει, στο πορτοφόλι, στο ημερολόγιο, στην ιδιοκτησία και στους όρους πρόσβασης, συχνά δεν κινείται τίποτα.
Η Nancy Fraser ονομάζει αυτό το μπλοκάρισμα «μονομέρεια της αναγνώρισης»: μένουμε στα σύμβολα και αφήνουμε αλώβητες τις δομές. Έτσι εξηγείται γιατί τόσα «βήματα προόδου» καταλήγουν να μοιάζουν με στασιμότητα: βλέπουμε καλύτερα, αλλά δεν κρατάμε περισσότερα.
Μικρό τεστ πραγματικότητας:
- Τον τελευταίο χρόνο, άλλαξε κάτι στο καθαρό σου εισόδημα, ή στις ώρες υποστήριξης που αναλαμβάνεις;
- Έχεις σήμερα μεγαλύτερο έλεγχο στα εργαλεία, τους λογαριασμούς ή τα δεδομένα που χρησιμοποιείς καθημερινά;
- Αν κοπεί αύριο μια υπηρεσία, μπορείς να συνεχίσεις offline, ή να μεταφέρεις άμεσα το περιεχόμενό σου αλλού;
Αν οι απαντήσεις είναι «όχι» ή «λίγο», τότε έχεις recognition χωρίς redistribution. Στις επόμενες ενότητες θα δούμε πώς αυτό γίνεται κανόνας όταν η «ενδυνάμωση» προσφέρεται ως υπηρεσία πάνω σε servers τρίτων.
Η παγίδα του server, Όταν η “ενδυνάμωση” γίνεται υπηρεσία

Το user interface (UI) είναι το χαμόγελο, το backend είναι η σπονδυλική στήλη. Όσο η «ενδυνάμωση» περιορίζεται στο πρώτο, εμφανιζόμενη ως εύπεπτο slogan, χαρακτηριστικά εφαρμογών ή ροζ επιλογές αισθητικής, δεν αλλάζει η αρχιτεκτονική εξουσίας πίσω από την οθόνη. Η δύναμη παραμένει αλλού, σε servers που δεν ελέγχουμε, σε όρους χρήσης που αλλάζουν μονομερώς, σε πύλες πληρωμών που μπορούν να σε διακόψουν με ένα click.
Η «παγίδα του server» περιγράφει ακριβώς αυτό: η ελευθερία, η οικειότητα και η επιθυμία περνούν πλέον μέσα από μια αόρατη τεχνοδομή που δεν ελέγχουμε. Εσύ βλέπεις την οθόνη, αλλά κάποιος άλλος έχει τα κλειδιά. Κρατάει το server, τους κανόνες, και το δικαίωμα να σε αποκόψει όποτε θέλει.
Τέσσερις μηχανισμοί απώλειας δύναμης:
- Kill-switch / Lock-in: Το προϊόν σταματά να λειτουργεί μόλις πέσει ο server. Συσκευές όπως η Revolv ή εφαρμογές οικειότητας που εξαρτώνται από cloud αποτυγχάνουν να προσφέρουν οποιαδήποτε συνέχεια. Ο έλεγχος παύει να είναι δικός σου.
- Policy flip: Χρήστες apps όπως το Replika είδαν τις «ερωτικές» λειτουργίες να αφαιρούνται χωρίς προειδοποίηση, και αργότερα να επανέρχονται με νέα τιμολόγηση ή περιορισμούς. Η οικειότητα, η εμπιστοσύνη, ολόκληρες «σχέσεις», εξαρτώνται από μια αόρατη αλλαγή πολιτικής.
- Payments choke points: Πλατφόρμες όπως το OnlyFans ή ακόμα και mainstream banking APIs έχουν μπλοκάρει δημιουργούς, ορίζοντας τι θεωρείται «αποδεκτό». Ένα ιδιωτικό gateway γίνεται δημόσιο φίλτρο ή και όπλο αποκλεισμού.
- Intimacy data risks: Τα δεδομένα της οικειότητας, όπως ιστορικά συνομιλιών, ρυθμίσεις επιθυμίας και πρότυπα χρήσης, καταλήγουν σε αρχιτεκτονικές που δεν σου ανήκουν. Χωρίς επιλογή local-first, είσαι πάντα «καλεσμένος» στον δικό σου χώρο.
Όταν η «χειραφέτηση» παρουσιάζεται ως υπηρεσία από τρίτους, η ελευθερία περιορίζεται όσο το επιτρέπει το συμβόλαιο της πλατφόρμας. Και το συμβόλαιο αυτό δεν είναι στα χέρια σου.
Από εδώ περνάμε στο πώς η επιθυμία κωδικοποιείται πολιτισμικά, και γιατί κάποιοι τρόποι οικειότητας επιτρέπονται, ενώ άλλοι στιγματίζονται.
Έμφυλη κωδικοποίηση της επιθυμίας (double standard)

Αν μια γυναίκα αγοράσει δονητή, είναι self-care. Αν ένας άνδρας αγοράσει fleshlight, είναι γελοίος. Αν μια γυναίκα μιλά για τη σχέση της με έναν AI boyfriend, είναι τρυφερό, ανθρώπινο, συγκινητικό. Αν ένας άνδρας μιλήσει για τη σχέση του με ένα AI girlfriend, είναι «κριντζ», αποτυχημένος, επικίνδυνος. Αυτή η διπλή κωδικοποίηση δεν είναι τυχαία, είναι πολιτισμική υποδομή.
Στην πραγματικότητα, αυτό που αποδοκιμάζεται δεν είναι η επιθυμία, αλλά η «ακατάλληλη» επιθυμία, όταν προέρχεται από άνδρες που δεν επιτρέπεται πολιτισμικά να την εκφράζουν ευθέως ή τρυφερά. Και επειδή η τεχνολογία επιτρέπει πλέον την επιθυμία να ξεφεύγει από την παραδοσιακή, στερεοτυπική κανονικότητα, ο πολιτισμός σπεύδει να την ελέγξει, όχι με απαγορεύσεις, αλλά με στίγμα.
Όπως έδειξε η Simone de Beauvoir, δεν γεννιέσαι γυναίκα, γίνεσαι, ενώ η Judith Butler μας θύμισε ότι το φύλο λειτουργεί ως επαναλαμβανόμενη πράξη, ένα κοινωνικό σενάριο. Άρα, το τι θεωρείται “επιτρεπτή” επιθυμία δεν είναι βιολογία, είναι αγωγή και πειθαρχία.
Παράδειγμα 1:
- Ένα sex toy για γυναίκες συχνά εντάσσεται στο λεξιλόγιο της ευεξίας. Είναι minimal, ροζ, και ενίοτε πωλείται δίπλα σε κεραμικές κούπες ή βιβλία self-help.
- Ένα sex toy για άνδρες παρουσιάζεται ως ψυχρό, μηχανικό, ή και θλιβερό αντικείμενο, συνδεδεμένο με μοναξιά και αμηχανία, όχι απόλαυση ή φροντίδα.
Το μήνυμα είναι σαφές: η γυναικεία σεξουαλικότητα μπορεί να είναι μέρος μιας αποδεκτής αισθητικής φροντίδας, ενώ η ανδρική πρέπει να μένει κρυφή, αμήχανη, ή να απωθείται.
Παράδειγμα 2:
- Οι κοινότητες στο Reddit γύρω από AI boyfriends είναι πιο συγκεντρωμένες, π.χ. r/MyBoyfriendIsAI, που πρόσφατα γιόρτασε τους 20.000+ μέλη (ανακοίνωση) και σε νεότερη μέτρηση αναφέρει ~24,4k μέλη (νήμα). Είναι γεμάτες ιστορίες μοναξιάς, υποστήριξης, συγκίνησης, απώλειας.
- Για τις AI girlfriends οι συζητήσεις είναι πιο διάσπαρτες, π.χ. r/AIGirlfriend, αλλά και σε ευρύτερες κοινότητες όπως r/replika και r/ChatGPT. Συχνά αντιμετωπίζονται ως memes, ή ως «πρόβλημα ανδρικής συμπεριφοράς», παρότι οι ανάγκες των συμμετεχόντων μοιάζουν.
Και εδώ το hauntology κάνει την εμφάνισή του: βλέπουμε ίχνη μιας ανάγκης που δεν τολμά να αρθρωθεί ανοιχτά. Ανάγκης για οικειότητα, ελέγξιμη, χωρίς κίνδυνο, χωρίς απόρριψη. Και επειδή δεν χωρά στον κώδικα του πολιτισμικά «επιτρεπτού», στοιχειώνει το βλέμμα του άλλου.
Το στίγμα αυτό είναι βαθιά πολιτικό, γιατί λειτουργεί σαν άμυνα αυτοενοχής: στους άνδρες τους απαγορεύει να διεκδικήσουν τρυφερότητα και οικειότητα, στις γυναίκες τους απαγορεύει να εκφράσουν ελεύθερα επιθυμία χωρίς να στιγματιστούν. Και στις δύο περιπτώσεις, σε αποτρέπει από το να διεκδικήσεις χώρο, στήριξη και λόγο, αφού ήδη ντρέπεσαι που υπάρχεις μέσα σε αυτή την ανάγκη. Έτσι, αντί να μιλήσουμε για το δικαίωμά σου να αγαπήσεις, να ζητήσεις, να έχεις στήριξη όπως εσύ την ορίζεις, χανόμαστε σε ειρωνείες.
Και επειδή ο άνδρας κοινωνικοποιείται να μη ζητά τρυφερότητα, καταφεύγει σε “ιδιωτικές” λύσεις, τις οποίες η κουλτούρα μετά τιμωρεί με ντροπή.
Eκτός κι αν υπάρχει αγορά γι’ αυτό. Τότε, όλα επιτρέπονται. Girl power κι έτσι.
Αν αυτό σου φαίνεται σκληρό, η επόμενη ενότητα δείχνει πώς το θέαμα καταπίνει την ουσία, ξανά και ξανά.
Hauntology και Situationism – Θέαμα vs Ουσία (Fisher / Debord)

Το hauntology περιγράφει το φάντασμα ενός μέλλοντος που υποσχέθηκε κάτι καλύτερο, αλλά δεν έφτασε ποτέ. Το βλέπουμε, το αναγνωρίζουμε, το περιμένουμε, αλλά ποτέ δεν το βιώνουμε. Ο Mark Fisher το εξηγεί ως το συναίσθημα ότι “το μέλλον έχει ακυρωθεί”, ότι ακόμα και οι πιο ριζοσπαστικές ιδέες έχουν ήδη ενσωματωθεί σε ένα σύστημα που μπορεί να τις εμπορευθεί και να τις αποδυναμώσει.
Η Situationist θεωρία, ιδιαίτερα μέσω του Guy Debord, περιγράφει πώς η καθημερινή ζωή στον καπιταλισμό μετατρέπεται σε θέαμα: ένα σύνολο από εικόνες, αφηγήματα και εμπειρίες που αποσπούν την προσοχή από τις υλικές συνθήκες. Το θέαμα δεν είναι ψέμα, είναι υποκατάστατο. Αντί για πολιτική αλλαγή, προσφέρει συγκίνηση. Αντί για αναδιανομή, ταύτιση. Αντί για στήριξη, story.
Παράδειγμα 1: ESA “Shirtstorm”
Το 2014, στην αποστολή Rosetta/Philae της ESA (Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Διαστήματος), η είδηση που κυριάρχησε ήταν το πουκάμισο του επιστήμονα Matt Taylor. Το θέαμα «έφαγε» το κατόρθωμα. Αντί για πολιτική συζήτηση για το μέλλον της επιστήμης, είχαμε εβδομάδες σχολιασμού για την αισθητική του πουκαμίσου.
Το αποτέλεσμα; Καμία αλλαγή στην εκπροσώπηση των φύλων στην επιστήμη, κανένα νέο πλαίσιο. Μόνο εντυπώσεις και εφήμερα κλικ.
Παράδειγμα 2: Barbie & Swift
Η ταινία Barbie και η δημόσια περσόνα της Taylor Swift προωθούν έναν εύπεπτο, εμπορεύσιμο φεμινισμό: δυναμικές εικόνες, catchy slogans, αισθητική ροζ αυτονομίας. Και όμως, ούτε οι ταινίες, ούτε η μουσική, ούτε οι καμπάνιες αλλάζουν τους όρους εργασίας, τους μισθούς, τη μέριμνα. Δεν ζητούν redistribution. Zητούν να αγοράσεις κάτι.
Παράδειγμα 3: AI και “καινοτομία”
Το 2023, όταν η Marvel ανακοίνωσε ότι χρησιμοποίησε AI για τους τίτλους αρχής της σειράς “Secret Invasion“, το πλασάρισε ως «τεχνολογική εξέλιξη». Στην πραγματικότητα ήταν λιτότητα με μανδύα καινοτομίας: λιγότερα χρήματα σε ανθρώπους, περισσότερη αισθητικοποίηση μέσω software, με αποτέλεσμα γενικευμένες αντιδράσεις από καλλιτέχνες και κοινό. Κάτι ανάλογο βλέπουμε και στο YouTube, όπου ολοένα και περισσότερες διαφημίσεις είναι AI-generated, με πρόσωπα που δεν υπάρχουν και φωνές που δεν πληρώνονται. Το θέαμα καλύπτει το πραγματικό διακύβευμα: ποιος πληρώνεται, ποιος ελέγχει, ποιος μένει απέξω.
Για να μη μείνουμε στο θέαμα, πρέπει να ξαναδούμε τη βάση: χρόνο ζωής και μέριμνα — δηλαδή τάξη.
Το κρυφό backend της μέριμνας (Federici)

Αν το φεμινιστικό πρόταγμα είναι η ελευθερία, τότε το ερώτημα είναι: ποιος πληρώνει τον χρόνο της ελευθερίας; Ποιος μαγείρεψε, ποιος καθάρισε, ποιος πρόσεξε το παιδί ή τον ηλικιωμένο, ενώ εσύ ενδυναμωνόσουν; Αν η απάντηση είναι “κάποια άλλη γυναίκα” — μητέρα, νταντά, μετανάστρια εργάτρια — τότε δεν έχουμε κατάργηση ιεραρχιών, αλλά απλώς μετακύλιση του βάρους μέσα στην ίδια τάξη.
Η Silvia Federici το φωνάζει από τη δεκαετία του ’70: ο καπιταλισμός χρειάζεται την απλήρωτη εργασία μέριμνας για να λειτουργήσει. Δεν είναι «αόρατο έργο», είναι θεμέλιο. Τα παιδιά, οι άρρωστοι, οι ηλικιωμένοι, οι εργαζόμενοι — κάποιος τους φροντίζει. Κάποια. Και τις περισσότερες φορές, απλήρωτα ή με ψίχουλα.
Και εδώ μπαίνει το ταξικό ζήτημα: το empowerment που δεν θίγει την εκμετάλλευση της εργασίας μέριμνας είναι απλώς ένα νέο αφήγημα. Η αληθινή χειραφέτηση σημαίνει να πάμε πιο βαθιά: να μιλήσουμε για την κατάργηση της μισθωτής και απλήρωτης εργασίας ως θεμέλιο του συστήματος.
Σε πρακτικό επίπεδο, αυτό σημαίνει κοινωνικοποίηση της μέριμνας, τεχνολογίες που επιστρέφουν χρόνο ζωής αντί για περισσότερο έλεγχο, και μείωση της υποχρεωτικής απασχόλησης μέσα από συλλογικές λύσεις.
Δεν είναι μόνο «γυναικείο» θέμα, είναι δομικό — αφορά την τάξη, την ίδια την ιδέα της εργασίας ως υποχρέωσης.
Αν μιλάμε για empowerment και δεν μιλάμε για:
- άδειες στήριξης,
- δημόσια παιδική μέριμνα,
- χρονική ισοτιμία ανάμεσα στα φύλα,
- αναγνώριση του κόστους της εργασίας μέριμνας στην τιμολόγηση των προϊόντων και υπηρεσιών, τότε απλώς κάνουμε rebranding της ίδιας κόπωσης. Με ροζ φίλτρο.
Bonus box: Μια μέρα ζωής
06:00 Ξύπνημα, ετοιμασία παιδιού.
07:30 Δουλειά.
16:00 Ψώνια, φαγητό, νοικοκυριό.
18:30 Βοήθεια στα μαθήματα.
21:00 Μπάνιο, ύπνος παιδιού.
22:00 Λίγος χρόνος μόνη. Ίσως ένα video με “ενδυνάμωση”.
→ Ποιο empowerment; Ποιος χρόνος; Ποια αναδιανομή; Αν ο χρόνος σου είναι ήδη κατειλημμένος, δεν χρειάζεσαι έμπνευση, χρειάζεσαι ταξική οργάνωση και συλλογική στήριξη. Όχι story, αλλά ανατροπή.
Πολιτική οικονομία της οικειότητας: από τα data έως τα χρήματα

Η οικειότητα δεν είναι ιδιωτική υπόθεση, είναι και οικονομική και πολιτική. Το πώς αγαπάς, πώς επιθυμείς, πώς συνδέεσαι, περνά από υποδομές που ανήκουν σε άλλους. Από servers και apps, μέχρι τράπεζες και πλατφόρμες. Το αποτέλεσμα είναι μια οικονομία της επιθυμίας όπου οι όροι δεν ορίζονται από εμάς, αλλά από αγορές και εταιρείες.
Αν θέλουμε αληθινή ελευθερία, πρέπει να σπάσουμε αυτά τα σημεία ελέγχου:
- Υποδομές και Ιδιοκτησία: εδώ βρίσκεται η ρίζα του Fraserικού σχήματος recognition vs redistribution. Η ορατότητα χωρίς ιδιοκτησία των εργαλείων είναι φάντασμα. Όπως δείξαμε στην «παγίδα του server», ό,τι δεν κατέχεις μπορεί να χαθεί με ένα κλικ. Τοπική λειτουργία, δικαίωμα επιδιόρθωσης και ανοιχτά πρωτόκολλα δεν είναι τεχνικές λεπτομέρειες, είναι φεμινιστική και ταξική διεκδίκηση. Εδώ κρίνεται αν η ενδυνάμωση θα μείνει εικόνα ή θα γίνει υλικό δικαίωμα.
- Δεδομένα και Κλειδιά: στην έμφυλη κωδικοποίηση της επιθυμίας είδαμε ότι το στίγμα αποτρέπει από το να ζητήσεις. Το ίδιο ισχύει και εδώ: χωρίς τα δικά σου κλειδιά και δυνατότητα εξαγωγής, δεν μπορείς ούτε να ζητήσεις ούτε να κρατήσεις όσα έχεις. Η ιστορία σου ανήκει σε εσένα, όχι σε μια πλατφόρμα που μπορεί να την εξαφανίσει. Αυτό είναι το αόρατο σημείο όπου η οικειότητα γίνεται εύθραυστη: αν δεν κρατάς τα κλειδιά, δεν κρατάς και τη μνήμη σου.
- Πληρωμές και Αγορά: στη λογική του θεάματος, οι αποκλεισμοί παρουσιάζονται σαν «πολιτική επιλογή». Στην πραγματικότητα, είναι ταξικός έλεγχος της παραγωγής και της κατανάλωσης. Οι πύλες πληρωμών είναι μηχανισμός πατριαρχίας όσο και αγοράς. Συνεταιριστικές πλατφόρμες και δικαιώματα χρηστών/δημιουργών είναι η απάντηση.
- Χρόνος Ζωής: εδώ γυρίζουμε στη Federici. Ο χρόνος της μέριμνας δεν είναι απλώς ατομικό βάρος, είναι ταξικό θεμέλιο. Αν δεν αναδιανεμηθεί με άδειες, δημόσια μέριμνα και αμοιβή για την υποστηρικτική εργασία, η υπόσχεση της ενδυνάμωσης μένει κενή. Ο χρόνος ζωής είναι το πιο σπάνιο νόμισμα και πρέπει να μοιραστεί δίκαια.
Η πολιτική οικονομία της οικειότητας δεν είναι θεωρία, είναι η καθημερινότητα. Μικρές μεταρρυθμίσεις τώρα, μεγάλα οράματα αύριο.
Ζώντας με και ενάντια στα φαντάσματα
Το φάντασμα της ενδυνάμωσης δεν είναι αόρατο· είναι η καθημερινή εμπειρία όταν βλέπεις υποσχέσεις και δεν αγγίζεις αλλαγές. Το είδαμε στο recognition χωρίς redistribution, στην παγίδα του server, στο στίγμα της επιθυμίας, στο θέαμα που καταπίνει την ουσία, στη μέριμνα που μένει απλήρωτη. Όλα συνδέονται από την ίδια λογική: να δίνεται εικόνα ελευθερίας χωρίς ουσία ελευθερίας.
Το hauntology δεν είναι καταδίκη, είναι διάγνωση. Μας δείχνει τα ίχνη του μέλλοντος που ακυρώθηκε, ώστε να ξέρουμε τι να απαιτήσουμε. Η situationist ανάλυση μάς υπενθυμίζει ότι δεν αρκεί η εικόνα, χρειάζεται η υλική ζωή να αλλάξει. Και η φεμινιστική θεωρία, από τη Beauvoir μέχρι τη Federici, μας δείχνει πως χωρίς αναδιανομή ιδιοκτησίας, χρόνου και εργασίας, όλα μένουν κενά.
Το ερώτημα δεν είναι αν θα υπάρχουν εφαρμογές, ταινίες, τραγούδια ή slogans που μιλούν για empowerment. Θα υπάρχουν. Το ερώτημα είναι αν θα υπάρχει χρόνος ζωής, υποδομές και πόροι για να το ζήσουμε. Αν θα έχουμε τα κλειδιά, αν θα μοιραστούμε τον χρόνο, αν θα ανατρέψουμε το θέαμα.
Ζώντας με και ενάντια στα φαντάσματα, μπορούμε να τα μετατρέψουμε από σκιές σε σημεία εκκίνησης. Γιατί το μέλλον που μας αρνήθηκαν, μπορούμε ακόμα να το χτίσουμε εμείς.

Leave a Reply